Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

ΞΕΚΙΝΑΜΕ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΜΑΣ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΚΑΙ ΣΤΑΜΑΤΑΜΕ ΤΟ ΑΓΧΟΣ!!!!ΑΣ ΕΡΘΕΙ ΜΕ ΤΟ ΚΑΛΟ Ο ΜΗΝΑΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ!!!!!!!!!





Στη Σταδίου ένας τύπος σταματάει ένα ταξί, μπαίνει βιαστικά μέσα και λέει στο ταξιτζή:
- Μεγάλε γρήγορα στη οδό ... νούμερο ... Μόλις με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι η γυναίκα μου με απατάει με κάποιον άλλο.
Πράγματι ο ταξιτζής πατάει γκάζι και σε λίγο φθάνουν στο σπίτι του. Οπότε ο τύπος λέει στον ταξιτζή:
- Ρε μεγάλε δεν ανεβαίνεις και εσύ μαζί μου να σ' έχω για μάρτυρα.
Και ανεβαίνουν και οι δυο στο διαμέρισμα του τύπου. Ο τύπος ανοίγει την πόρτα, πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο και πραγματικά κάτω από τα κλινοσκεπάσματα είναι η γυναίκα του με κάποιον άντρα. Τραβάει τα κλινοσκεπάσματα και λέει:
- Εσύ ποιος είσαι;
Και ο εραστής:
- Εγώ ποιος είμαι; Εγώ είμαι αυτός που πριν από λίγες μέρες έδωσα στη γυναίκα σου 1.000.000 για να εξοφλήσεις το δάνειο του αυτοκινήτου σου. Εγώ είμαι αυτός που κάθε μήνα δίνει στην γυναίκα σου 200.000 για το νοίκι. Εγώ είμαι αυτός που κάθε βδομάδα δίνω λεφτά στην γυναίκα σου για το Supermarket και για την λαϊκή. Εγώ είμαι αυτός που κάθε βδομάδα δίνω λεφτά στην γυναίκα σου για τα φροντιστήρια των παιδιών σου.
Ο ταξιτζής κοιτάζει έκπληκτος και πλησιάζει τον απατημένο σύζυγο και του λέει ψιθυριστά:
- Ρε αφεντικό, δεν τον σκεπάζουμε τον άνθρωπο μη μας κρυώσει;
______________________________________________________________
Είναι η γυναίκα στο κρεβάτι με τον εραστή, οπότε χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνει αυτή και μετά από λίγα λεπτά το κλείνει.
- Ποιος ήταν; ρωτάει ο εραστής.
- Ο άντρας μου ήταν. Λέει ότι θα αργήσει λιγάκι γιατί είναι με εσένα στο καφενείο και παίζει τάβλι!
______________________________________________________________
Πάει ο υπάλληλος στο αφεντικό μια μέρα και του λέει:
- Αφεντικό σήμερα έχω τρομερό πονοκέφαλο. Ξέρεις κανένα καλό γιατροσόφι;
Το αφεντικό το όποιο ήταν πολύ καλός άνθρωπος του απαντάει:
- Επειδή είσαι καλός υπάλληλος θα σου πω τι κάνω εγώ σε ανάλογη περίπτωση και μου περνά.
- Τι; Ρωτά ο υπάλληλος.
- Πηγαίνω στο σπίτι και κάνω έρωτα με τη γυναίκα μου και αμέσως μου περνά ο πονοκέφαλος. Αντε πήγαινε να κάνεις το ίδιο και θα με θυμηθείς.
Πράγματι ο υπάλληλος έρχεται την επόμενη μέρα και λέει όλο χαρά στο αφεντικό:
- Πράγματι είχες δίκιο αφεντικό. Νιώθω υπέροχα σήμερα, πέρασε και ο πονοκέφαλος και είμαι σαν άλλος άνθρωπος. Δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω. Οφείλω πάντως να ομολογήσω ότι η γυναίκα σου είναι υπέροχη ερωμένη, το κρεβάτι σου βολικό και το σπίτι σου είναι τέλειο.
______________________________________________________________
Παίρνει ο μπαμπάς Ζουλού τον γιο του για να του μιλήσει.
- Λοιπόν αγόρι μου, όπως ξέρεις εμείς είμαστε Ζουλού, γι'αυτό και πρέπει να μάθεις να κυνηγάς ανθρώπους.
- Και πώς θα το μάθω αυτό, μπαμπά;
- Ας πούμε ένα παράδειγμα. Πές ότι από ένα αεροπλάνο πέφτουν ένας Ιταλός, ένα Γερμανός και ένας Αμερικάνος. Τί θα κάνεις;
- Α, αυτό είναι απλό, μπαμπά! Θα περιμένω να πέσει και ο Ποντιος για να αρχίσει το ανέκδοτο!
______________________________________________________________
Σ ένα εστιατόριο Κανιβάλων δυο Πόντιοι διαβάζουν τον κατάλογο
Μυαλά Γάλλων : 5 φράγκα
Μυαλά Ελλήνων : 500 φράγκα
Μυαλά Ποντίων : 5.000 φράγκα
Περήφανοι, αλλά και περίεργοι οι Πόντιοι ρωτούν το γκαρσόνι:
- Γιατί τα μυαλά Ποντίων είναι πιο ακριβά;
Και το γκαρσόνι απαντά:
- Γιατί για μια μερίδα χρειάζονται 200 ποντιακά κεφάλια.....
______________________________________________________________
Ξεκαβαλικεύει ο τεράστιος και άγριος καουμπόυ μπροστά στο σαλούν, μπαίνει μέσα και λέει νευρισμένα:
- Αφήνω το άλογο μου απέξω. Μην βγώ και λείπει, γιατί θα γίνει εδώ ότι έγινε στο Τέξας!
Το κάνει αυτό για καμιά δεκαριά μέρες.
Την επόμενη φορά πάει πάλι στο σαλούν:
- Αφήνω το άλογο μου απέξω. Μην βγώ και λείπει, γιατί θα γίνει εδώ ότι έγινε στο Τέξας!
Παίρνει θάρρος ένας θαμώνας και τον ρωτά:
- Καλά ρε φίλε και τί έγινε στο Τέξας;
- Το πήραν, και δεν μου το ξανάφεραν!
______________________________________________________________
Είναι δυο τύποι στο γραφείο και μια μέρα ο ένας βλέπει τον άλλο να φορά ενα σκουλαρίκι. Ξέροντας πως είναι γενικά συντηρητικός τύπος, παραξενεύεται, και τον ρωτάει:
- Καλά ρε συ, σκουλαρικάκι;
- ...Ναι, ναι.. απαντά ο άλλος, φανερά ενοχλημένος.
Του την έχει δώσει η περιέργεια του πρώτου, οπότε μετά απο ώρα:
- Καλά, απο πότε φοράς σκουλαρίκι; Δεν το φανταζόμουν ποτε!
Οπότε ο άλλος:
- Ούτε γω το φανταζόμουν, αλλά έλα που το βρήκε η γυναίκα μου στο αυτοκίνητο...
______________________________________________________________
Είναι ο γέρος πατέρας στο νοσοκομείο σε ημιθανή κατάσταση και δίπλα του ο γιος του ο Χάρης.
Μπαίνει ο γιατρός και λέει στο γιο:
- Πρέπει να βγείτε έξω. Πρέπει να αφήσετε τον πατέρα σας να ξεκουραστεί...
Ο ετοιμοθάνατος πατέρας μένει μόνος και στο βάθος του δωματίου βλέπει μια σκιά:
- Ποιος είναι; Eσύ είσαι Χάρη;...
Και ακούγεται μια φωνή:
- Κοντά έπεσες...
______________________________________________________________
Στο κατάστημα μικρών ζώων:
- Γεια σας. Θα ήθελα τρεις ντουζίνες κατσαρίδες, δυο ποντίκια και μερικές αράχνες.
- Κάνετε πειράματα; ρωτάει τον πελάτη απορημένος ο υπάλληλος.
- Όχι. Μετακομίζω και ο ιδιοκτήτης του μου είπε να το αφήσω όπως ακριβώς το βρήκα.
______________________________________________________________
Κάποτε ο Κωστίκας αποφάσισε να ανοίξει ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών. Ομως οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά και ανέθεσε στον Γιωρίκα να του βρει το σλόγκαν.
Το σλόγκαν που βρήκε ο Γιωρίκας ήτανε:
"Χάλασε το ψυγείο σας; Θέλετε καινούργια κουζίνα; Κατάστημα Ηλεκτρικών Ειδών "Ο ΚΩΣΤΙΚΑΣ"
Αλλά οι δουλειές δεν βελτιώθηκαν, και ο Κωστίκας αποφάσισε να κάνει το κατάστημα κρεοπωλείο.
Ανέθεσε πάλι στον Γιωρίκα το σλόγκαν, το οποίο αυτήν την φορά ήταν:
"Χάλασε το ψυγείο σας; Θέλετε καινούργια κουζίνα; Στα ........... μας!!! Ανοίξαμε Κρεοπωλείο!!"
______________________________________________________________
Λέει ο δικαστής στον κλέφτη:
- Καλά, όταν έκλεβες δεν σκέφτηκες καθόλου την γυναίκα και τα παιδιά σου;
- Ε, το μαγαζί είχε μόνο αντρικά πράγματα!
_____________________________________________________________

Φεβρουάριος

Ο δεύτερος στη σειρά μήνας του ημερολόγιού μας (Ιουλιανού). Το όνομά του έχει λατινική προέλευση (Februarius) από το ρήμα februare (καθαρίζω), γιατί στη διάρκειά του, τη ρωμαϊκή εποχή, γίνονταν γιορτές θρησκευτικού εξαγνισμού και καθαρισμού.

Αρχικά (46 μ.Χ.) με το Ιουλιανό ημερολόγιο, που πήρε το όνομά του από τον Ιούλιο Καίσαρα που το καθιέρωσε, έχει 30 ημέρες. Μεταγενέστερα αφαιρέθηκε μια ημέρακαι προστέθηκε στον Αύγουστο για να τιμηθεί ο αυτοκράτορας Αύγουστος και μεταγενέστερα περιορίστηκαν σε 28 οι ημέρες του Φεβρουαρίου.

Κάθε τέσσερα χρόνια, για να συντονίζεται το έτος των 365 ημερών στο ηλιακό έτος, προστίθεται στο Φεβρουάριο μια μέρα. Επειδή ο Φεβρουάριος έχει από 2-3 ημέρες λιγότερες από τους άλλους μήνες του χρόνου, ονομάζεται οπό το λαό και "Κουτσοφλέβαρος". Η προσωνυμία αυτή φαίνεται πως του έχει δοθεί ίσως και ως υβριστική για την "αναπηρία" του, στις ημέρες γιατί κατά το μήνα αυτόν επικρατεί καιρός με πολλές βροχές και απότομες μεταβολές από την ηλιοφάνεια στα χιόνια και το τσουχτερό κρύο που επισημαίνεται και με το λαϊκό παροιμιακό χαρακτηρισμό: "Ο Φλεβάρης και αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει, μα αν σώσει και κακιώσει μες στο χιόνι θα μας χώσει".


ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΛΕΒΑΡΗ

«Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει

καλοκαίρι θα μυρίσει

μα αν τύχει να θυμώσει

μες στο χιόνι θα χώσει»

* * *

«Ο Φλεβάρης στο νερό, κουτσός μπαίνει στο χορό»

* * *

«Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει πάλι η άνοιξη μυρίζει»

* * *

«Παπαντή καλοβρεγμένη, η κοφίνα γεμισμένη»

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

ΑΣ ΔΙΑΒΑΣΟΥΜΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ!!!!Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ!!!!!



Ο θησαυρός των αστεριών





Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας γέρος ψαράς.
Είχε ολόλευκα μαλλιά, μακριά γένια και μουστάκια, και δυο μεγάλα γαλανά μάτια. Φαινόταν τόσο καλός και τα χέρια του άγγιζαν το κάθε τι με τόση τρυφεράδα που έμοιαζε με άγγελο.
Ο γέρος αυτός είχε και ένα εγγονάκι, τον Καστανούλη.
Ο Καστανούλης θαύμαζε τον παππού του πάρα πολύ και τον θεωρούσε τον πιο καλό παππού του κόσμου.
Ένα απόγευμα, ο παππούς και ο εγγονός αποφάσισαν να πάνε για ψάρεμα.
Μπήκαν στη βάρκα και ξεκίνησαν.
Σιγά-σιγά βράδιαζε και η νύχτα φαινόταν μαγευτική.
Η θάλασσα ήταν ήσυχη.
Ο παππούς τότε είπε: «Απόψε, παιδί μου, δε θα ρίξουμε τα δίχτυα.
Είναι κρίμα να στερήσουμε τη ζωή από τα ζώα του βυθού.
Ας αφήσουμε τη βάρκα να μας πάει όπου θέλει».
Ξαφνικά, εκεί που κουβέντιαζαν, ο παππούς είδε έναν ασημένιο δρόμο που ξεκινούσε από το φεγγάρι και συνέχιζε στην θάλασσα.
Ο παππούς είπε: «Γιόκα μου, αυτός είναι ο δρόμος της αγάπης»
Η βάρκα μόλις τον άκουσε έστριψε και άρχισε να κινείται πάνω στο δρόμο της αγάπης.
Ξαφνικά, ένιωσαν έναν τρίτο άνθρωπο μέσα στη βάρκα.
Γύρισαν και είδαν μια όμορφη νεράιδα.
Στα μαλλιά της είχε μια κορδέλα από φύκια, το φόρεμά της έμοιαζε με το ουράνιο τόξο και αντί για παντόφλες φορούσε δυο γυαλιστερά κοχύλια.
Ο γέρο ψαράς την καλωσόρισε και της πρόσφερε ψωμί, τυρί και χταπόδι.
Η νεράιδα όμως του είπε: «Δεν έχουμε καιρό για φαγητό.
Θα ρίξουμε τα δίχτυα σε λίγο αλλά κανένα ζωντανό δεν θα κινδυνεύσει.
Μην ανησυχείτε».
Συνέχισε λέγοντας ότι ο δρόμος της αγάπης δεν τελειώνει ποτέ όταν ξαφνικά ένα λαμπερό αστέρι έπεσε από τον ουρανό και χάθηκε στη θάλασσα.
Η νεράιδα ρώτησε τον Καστανούλη: «Είδες το αστέρι;»
«Ναι», απάντησε ο Καστανούλης.
«Έχω δει πολλά τις νύχτες που δεν έχει φεγγάρι».
«Και ξέρεις που πάνε;», ρώτησε η νεράιδα.
«Πέφτουν»,. Απάντησε ο Καστανούλης.
Εκείνη τη στιγμή έφτασαν σε ένα παράξενο μέρος.
Ξαφνικά η βάρκα έγινε μεγάλη, ο παππούς έγινε μεγάλος και τα χέρια του έδειχναν πλασμένα από μετάξι και καλοσύνη.
Η νεράιδα είπε στον παππού να ρίξει τα δίχτυα.
Αντί όμως να ψαρεύουν ψάρια, ψάρευαν λαμπερά αστέρια
Η νεράιδα πήρε τα χέρια του παππού και τα φίλησε.
Τους εξήγησε ότι καθένα από αυτά τα αστέρια ήταν κάποτε ένα δάκρυ χαράς ή λύπης.
Επειδή όμως κανείς δεν μπορούσε να τα δει, ο Θεός αποφάσισε αυτά τα δάκρυα να γίνουν άστρα, να φωτίζουν τον ουρανό και τις όμορφες νύχτες να πέφτουν στη θάλασσα.
Μόνο τα χέρια ενός καλού ανθρώπου μπορούν να τα φέρουν στον κόσμο.
Τότε η λύπη τους σβήνει και η χαρά τους λαμποκοπά.
Οι ψυχές των καλών ανθρώπων μπορούν να τα δουν.

Είναι ευλογημένα, γι' αυτό όταν οι άνθρωποι τα βλέπουν να πέφτουν και προλάβουν να κάνουν μια ευχή, η ευχή τους θα πραγματοποιηθεί.

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΚΑΙ ΑΣΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΝΑ ΑΝΗΣΥΧΟΥΝ !!!!!ΚΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ.




Ήτανε ένας ζητιάνος έξω από μία πολυκατοικία, και κανείς δεν του έδινε λεφτά.
Μόνο ένας κύριος, κάθε φορά που τον έβλεπε του έδινε 2 ευρώ.
Μετά από έναν χρόνο όμως, ο κύριος το μείωσε και του έδινε 1,5 ευρώ.
Μετά από κάνα εξάμηνο μειώθηκε στο 1 ευρώ, και...
μετά πάλι μειώθηκε, ώσπου τελικά δεν του έδινε τίποτε.
Τον πιάνει λοιπόν μία μέρα ο ζητιάνος και τον ρωτάει:
- Γιατί δεν μου δίνεις πια καθόλου λεφτά;
- Κοίτα, λέει ο κύριος, στην αρχή παντρεύτηκα και στριμώχτηκα λίγο. Ύστερα ήρθε και το πρώτο παιδί και ξόδεψα πολλά λεφτά... Ε, μετά έκανα και το δεύτερο, και...
- Καλά ρε μ..., τον διακόπτει ο ζητιάνος, με τα δικά μου τα λεφτά θα κάνεις εσύ παιδιά;
______________________________________________________________
Αυτός γυρίζει από μεγάλο επαγγελματικό ταξίδι και ανακαλύπτει οτι αυτή τον απάτησε.
- Ποιός ήταν;; Το καθίκι ο Θανάσης;
- Όχι, όχι... Δεν ήταν ο Θανάσης!
- Μήπως ο κόπρος ο Παναγιώτης;
- Όχι, όχι... Δεν ήταν ο Παναγιώτης...
- Ε, τότε, ήταν αυτό το α....δι ο Μπάμπης!!!
- Όχι, ούτε ο Μπάμπης...
Αυτός αφρίζοντας:
- Δηλαδή!!! Τι γίνεται εδωπέρα;! Κανένας από τους φίλους μου δεν σου κάνει;;
______________________________________________________________
Μια φωνακλού και κακάσχημη γυναίκα μπαίνει στο Lidl με τα δύο παιδιά της, φωνάζοντάς τους διαρκώς από την είσοδο. Ο επί της υποδοχής του Lidl της λέει χαρούμενα:
- Καλή σας μέρα και καλώς ήλθατε στο Lidl. Χαριτωμένα παιδάκια έχετε. Δίδυμα είναι;
Η απαίσια γυναίκα απαντά αμέσως απότομα:
- Όχι βέβαια! Δεν είναι δίδυμα. Το μεγαλύτερο είναι 9 και το άλλο είναι 7. Πως σούρθε ότι είναι δίδυμα; Τυφλός είσαι ή χαζός;
- Ούτε τυφλός είμαι ούτε χαζός κυρία μου, απαντάει ο επί της υποδοχής. Αλλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι κάποιος θα σε ........... 2 φορές...
______________________________________________________________
- Μαμά, μαμά είδα στο πάρκο το αυτοκίνητο του μπαμπά. Πλησίασα και είδα τον μπαμπά γυμνό και την κουμπάρα γυμνή και...
- Φτάνει αγόρι μου. Την ιστορία θα την διηγηθείς το βράδυ που έχουμε τους κουμπάρους τραπέζι.
Πράγματι μόλις κάθισαν στο τραπέζι λέει η μαμά:
- Πες αγόρι μου τι είδες στο πάρκο.
- Είδα τον μπαμπά στο αυτοκίνητο μαζί με την κουμπάρα.
- Πες και τι έκαναν, αγόρι μου.
- Ήταν γυμνοί και κάναν ότι έκανες εσύ με τον κουμπάρο στη κρεβατοκάμαρα!!!!!
______________________________________________________________
Είναι ένα παντρεμένο ζευγάρι που έχει δύο πανέμορφες μικρές κόρες. Αλλά του άνδρα του λείπει ένας γιος, και αποφασίζουν να ξαναπροσπαθήσουν άλλη μία φορά.
Μετά από μήνες προσπάθειας η γυναίκα μένει έγκυος και εννιά μήνες αργότερα γεννάει ένα υγιές αγοράκι.
Ο πατέρας συγκινημένος τρέχει να δει το αγοράκι του, και φτάνοντας μένει έκπληκτος. Το αγοράκι είναι το πιο άσχημο παιδάκι που έχει δει ποτέ!
Τρέχει αμέσως στην γυναίκα του, και της λέει ότι αυτό αποκλείεται να είναι παιδί του! Είναι κακάσχημο!
- Δεν βλέπεις τι πανέμορφα είναι, τελειώνει, τα δύο κοριτσάκια μου; Δεν μπορεί αυτό το παιδί να είναι δικό μου! Μήπως το αγοράκι είναι άλλου; Μήπως μου έκανες απιστίες;
Η γυναίκα του χαμογελάει γλυκά και λέει:
- Όχι αυτήν την φορά...
______________________________________________________________
- Γιατρέ μου, βλέπω στον ύπνο μου αρουραίους να παίζουν μπάλα.
- Πάρε αυτό το φάρμακο για μια εβδομάδα και δεν θα τα ξαναδείς.
Μετά από μία βδομάδα.
- Γιατρέ, το φάρμακο δεν έκανε τίποτε. Ακόμα βλέπω τα όνειρα.
- Καλά, για πάρε αυτό το φάρμακο και έλα σε μία εβδομάδα.
Ξαναπάει την άλλη βδομάδα.
- Ακόμα βλέπω τα όνειρα.
- Καλά, πάρε σήμερα αυτό το φάρμακο, και έλα πάλι αύριο να σε δω.
- Α, δεν γίνεται! Σήμερα έχει τελικό!
______________________________________________________________
Ξυπνάει ένας τύπος το πρωί και βλέπει ότι το πουλί του έχει γίνει πράσινο.
Αμέσως παίρνει τηλέφωνο στην δουλειά, λέει ότι είναι άρρωστος και πάει να δει έναν ουρολόγο.
Στον προθάλαμο βλέπει και έναν άλλο πολύ νευρικό τύπο να βηματίζι όλο αγωνία:
- Συγνώμη, τί πρόβλημα έχετε εσείς; τον ρωτάει.
- Αστα φίλε! Ξύπνησα το πρωί και το πουλί μου ήταν κόκκινο!
- Σοβαρά; Το ίδιο έπαθά και εγώ. Μόνο που το πουλί μου είναι πράσινο.
Φωνάζει ο γιατρός τον τύπο με το κόκκινο πουλί στο ιατρείο.
Περνάει κάνα πεντάλεπτο και βγαίνει αυτός από το ιατρείο ανακουφισμένος, χαλαρός και μέσα στην τρελή χαρά.
Το βλέπει αυτός με το πράσινο πουλί, παίρνει λίγο κουράγιο και μπαίνει να δει κι αυτός τον γιατρό.
Τον εξετάζει ο γιατρός, και κάνοντας μια γκριμάτσα του λέει:
- Φίλε μου, λυπάμαι πολύ, αλλά το πουλί σου πρέπει να κοπεί!
- Μα γιατί γιατρέ μου; λέει γεμάτος τρόμο ο ασθενής. Ο άλλος με το κόκκινο πουλί έφυγε μέσα στην τρελή χαρά.
Τον κοιτάζει με λύπηση ο γιατρός και απαντά:
- Ρε μεγάλε, άλλο το κραγιόν και άλλο η μούχλα!

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

ΑΣ ΔΙΑΒΑΣΟΥΜΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ.ΤΟ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟ ΦΙΔΙ!!!


Το χρωματιστό φίδι - Παραμύθι Από Τη Βενεζουέλα

Στα πολύ παλιά χρόνια, τα φτερά όλων των πουλιών του κόσμου ήταν σκέτα γκρίζα, χωρίς ούτε ένα χρωματιστό πούπουλο ανάμεσά τους. Δεν τα ενοχλούσε όμως που ήταν γκρι. Ώσπου μια μέρα, ένας κορμοράνος, συνάντησε ένα νεκρό φίδι που κείτονταν στο νερό, στην άκρη μιας λίμνης. Ήταν ένα φίδι σαν ουράνιο τόξο, με πολλά φωτεινά χρώματα σε λαμπερές αποχρώσεις. Ο κορμοράνος πήδηξε μέσα στο νερό και τράβηξε το φίδι στην ακτή με το ράμφος του. "Κοίτα τι βρήκα", είπε σ΄έναν σπίνο, που είχε σταματήσει για να ξεδιψάσει στην όχθη της λίμνης. "Πρέπει να έπεσε από τον ουρανό". Ο σπίνος πλησίασε χοροπηδώντας για να ρίξει μια προσεκτική ματιά στο φίδι. "Τι υπέροχα χρώματα", αναστέναξε. "Αν είχα έστω κι ένα από αυτά τα χρώματα στα φτερά μου, θα έμοιαζα με βασιλιά".
"Κοίτα!" είπε με έκπληξη ο κορμοράνος. "Λίγο κίτρινο από το φίδι ξέβαψε πάνω στο στήθος σου. Έχεις δίκιο, μοιάζεις με βασιλιά τώρα".
Ο σπίνος σταμάτησε λίγο για να θαυμάσει το είδωλό του στο νερό και μετά πέταξε ψηλά στον ουρανό, τιτιβίζοντας καθώς πετούσε, "Κοιτάξτε με! Κοιτάξτε με! Δεν είμαι πια γκρίζος!".
Σε χρόνο λιγότερο απ'όσο χρειάζεται ένα πρωινό λουλούδι ν'ανθίσει, οι όχθες της λίμνης γέμισαν από πουλιά κάθε σχήματος και μεγέθους.
"Δώσε μου λίγο χρώμα!"
"Εγώ θέλω να γίνω μπλε!"
"Εγώ θέλω να γίνω πράσινος!"
Η ίβιδα άρπαξε λίγο πορφυρό. Κάποια πουλιά πάλευαν μεταξύ τους για το χρυσαφί χρώμα.Ο παπαγάλος πρόλαβε και πήρε λίγο πράσινο και πορτοκαλί. Το νυχτοπούλι βολεύτηκε με λίγο καφετί, ενώ ο ερωδιός καλύφτηκε με ένα εκτυφλωτικό λευκό. Ο σπίνος εντόπισε τον κορμοράνο λίγο παραπέρα, σε μια άκρη, γκρίζο όπως πάντα.
"΅Εσύ δε θα πάρεις χρώματα?" ρώτησε ο σπίνος μπερδεμένος. "Στο κάτω κάτω της γραφής, εσύ βρήκες το χρωματιστό φίδι".
"Θα πάρω μόλις τελειώσουν όλοι οι άλλοι. Δε μου αρέσουν αυτές οι φασαρίες".
Ο σοφός κορμοράνος περίμενε υπομονετικά, ώσπου έφυγαν όλοι οι άλλοι, τσιρίζοντας με ενθουσιασμό και επιδεικνύοντας το καινούργιο χρώμα τους. Ύστερα κοίταξε καλά το φίδι. Δεν είχαν μείνει πολλά χρώματα, στην πραγματικότητα λίγες μόνο κηλίδες από λευκό που δεν μπόρεσε να πάρει ο ερωδιός.
"Έχασες την ευκαιρία", είπε θλιμένα ο σπίνος. "Ίσως θα έπρεπε να είχες διαλέξει το αγαπημένο σου χρώμα πριν πεις σε όλους τους άλλους για το φίδι".
"Μια χαρά θα βολευτώ και με το άσπρο", είπε ο κορμοράνος. "Έπειτα, δεν είναι τα χρώματα που κάνουν το πουλί, αλλά οι σκέψεις και οι πράξεις του".
Ο σπίνος είδε τον κορμοράνο να φτερουγίζει μακρυά και θαύμασε τη σοφία του. Υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι θα προσπαθούσε ν' ακολουθήσει το παράδειγμα του κορμοράνου. Παρ' όλα αυτά, ήταν ακόμη κατενθουσιασμένος με το ολοκαίνουριο κίτρινο στήθος του.
Από τότε, τα δάση της Βενεζουέλας είναι γεμάτα με πανέμορφα χρωματιστά πουλιά, όμως ο ευγενικός κορμοράνος είναι ακόμη γκρίζος, με λίγες μόνο κηλίδες λευκού στα φτερά του..

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

ΧΑΜΟΓΕΛΑΣΤΕ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΧΡΩΜΑ Η ΖΩΗ ΜΑΣ.ΚΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!




Όταν ξυπνάμε το πρωί, έχουμε δύο απλές επιλογές.
Να ξανακοιμηθούμε και να ονειρευτούμε ή να ξυπνήσουμε και να κυνηγήσουμε αυτά τα όνειρα.


Στην Σύμη, νησί των Δωδεκανήσων, κάποτε δεν υπήρχε ραδιόφωνο. Όταν ο Νικόλας ο ναυτικός πήγε ταξίδι, έφερε στον πατέρα του το Μιχαλιό ένα ραδιόφωνο. Ο Μιχαλιός απορούσε:
- Τι είναι εούτο το πράγμα;
- Ραδιόφωνο, του είπε ο γιος του ο ναυτικός.
- Και πως δουλεύκει;
- Πατάς αυτό το κουμπάκι και ακούς τους σταθμούς.
- Από που είναι εούτο;
- Από την Αγγλία, μπαμπά.
- Μωρέ!!! Εγγλέτζικο πράμα και ξεύρει Συμιακά!!!
______________________________________________________________

Ένας άντρας και η γυναίκα του τσακώθηκαν και δεν μιλάνε ο ένας στον άλλον.
Ξαφνικά, ο άντρας συνειδητοποιεί πως την επόμενη μέρα θα χρειαζόταν να τον ξυπνήσει η γυναίκα του στις 5.00 το πρωί για μία πτήση για σοβαρό επαγγελματικό ραντεβού.
Επειδή δεν θέλει να είναι ο πρώτος που θα σπάσει την σιωπή (και χάσει), γράφει σε ένα χαρτί:
"Σε παρακαλώ, ξύπνησέ με στις 5.00 το πρωί" και το αφήνει κάπου που ξέρει πως θα το δει.
Το επόμενο πρωί, ξυπνά, και ανακαλύπτει πως η ώρα είναι 9.00 το πρωί, και έχει χάσει την πτήση του. Εξαγριωμένος, ετοιμάζεται να πάει να δει γιατί δεν τον ξύπνησε η γυναίκα του, όταν ανακαλύπτει ένα κομμάτι χαρτί δίπλα στο κομοδίνο, που έγραφε:
"Είναι 5.00 το πρωί. Ξύπνα."
______________________________________________________________
Ένας άνθρωπος από την επαρχία, πήγε κάποτε στο νυχτερινό κέντρο όπου εμφανιζόταν ο Λάμπης Λιβιεράτος και μάλιστα σε πρώτο τραπέζι. Συνεχώς τον χειροκροτούσε και του φώναζε:
"Μπράβο! Μπράβο Μπάμπη μου!"
Κάποια στιγμή, από τις πολλές φορές που τον φώναξε "Μπάμπη", ο Λιβιεράτος θύμωσε και του λέει "Λάμπης, κύριε μου, Λάμπης!".
Τότε αυτός του απαντά
"Κι εσύ λάμπεις, Μπάμπη μου."
______________________________________________________________
Δύο βλάχοι πάνε στην Αμερική
Πεινάνε και πάνε λοιπόν σε ένα φαστφουντάδικο, ανοίγουν το μενού και βλέπουν στο μενού "hot dog".
- Τι είναι αυτό; ρωτάει ο ένας.
- Δεν ξέρω. Στα ελληνικά σημαίνει "ζεστός σκύλος", λέει ο άλλος.
- Ας το παρουμε να δουμε τι ειναι.
Αφου τους φέρνουνε τα hot dogs οι βλάχοι ψάχνουν για τον σκύλο.
Ο ένας από τους δύο ανοίγει το ψωμάκι και λέει σοκαρισμένος στον άλλο:
- Εσένα ποιό κομμάτι σου έτυχε;
______________________________________________________________
Πέφτει η χούντα, αλλά οι χουντικοί την σκαπουλάρουν και μεταμφιέζονται να μην αναγνωρίζονται.
Πάει ο Παττακός ντυμένος χίπυς (της μόδας εκείνη την εποχή) σε μια καφετέρια λοιπόν να πιει καφέ και να διαπιστώσει την αποτελεσματικότητα της μεταμφίεσης του.
- Έναν ελληνικό βαρύ γλυκό, λέει ο Παττακός.
- Αμέσως κύριε Στέλιο, λέει η γκαρσόνα.
"Ω, ρε πού......, με αναγνωρίζουνε", σκέφτηκε.
Αλλάζει μεταμφίεση σε παπά, ξαναπάει.
- Τι να σας φέρω κύριε Στέλιο; λέει η γκαρσόνα.
Ξανα-μανα αλλάζει, τα ίδια.
- Πως με καταλαβαίνεις, βρε κοπέλα μου, ρωτάει ο Παττακός.
- Σσσσσσ, πιο σιγά Στέλιο, λέει η σερβιτόρα, ο Μακαρέζος είμαι...
______________________________________________________________
Σε μια συγκέντωση, βρέθηκαν ένας αρχιτέκτονας, ένας χειρουργός κι ένας πολιτικός.
- Το επάγγελμά μου, λέει ο πρώτος, είναι το αρχαιότερο και τούτο γιατί ο θεός υπήρξε ο αρχιτέκτων του σύμπαντος.
- Μάλλον το δικό είναι το αρχαιότερο, παρατηρεί ο χειρούργος. Μην ξεχνάτε ότι για να φτιάξει ο θεός τη γυναίκα χρειάστηκε να πάρει ένα πλευρό απο τον Αδάμ.
- Κάνετε λάθος και οι δύο, λέει ο πολιτικός. Διότι πριν από κάθε άλλο πράγμα υπήρξε το χάος!!!
______________________________________________________________
Κάποια μέρα, πριν το τέλος του κόσμου, ο Θεός αποφάσισε να δώσει μία τελευταία ευκαιρία στους λαούς για να μετανοήσουν.
Επέλεξε λοιπόν με κλήρωση τρεις αρχηγούς κρατών, για να μιλήσει μαζί τους.
Πάει ο Αμερικανος μπροστά στο θρόνο του Ύψιστου και του λέει:
- "Oh my God, πες μου, πότε η Αμερική θα γίνει η ισχυρότερη χώρα και δε θα συναντά πουθενά αντίσταση;"
- "Σε 100 χρόνια!", απαντά ο Θεός.
-Αρχίζει τα κλάματα ο Αμερικανος
- "Γιατί κλαις παιδί μου;" ρωτάει ο Θεός.
- "Μέχρι τότε... θα έχω πεθάνει!"
Πάει ο Ρωσος στο Θεό και τον ρωτάει:
- "Κύριε, πότε η Ρωσία θα γίνει η ισχυρότερη χώρα του κόσμου;"
- "Σε... 200 χρόνια", απαντά ο Θεός.
-Αρχίζει και αυτός τα κλάματα.
- "Γιατί κλαις παιδί μου;", ρωτάει ο Θεός.
- "Μέχρι τότε... θα έχω πεθάνει!"
Πάει και ο Ελληνας πρωθυπουργος, γονατίζει και ρωτάει το Θεό:
- "Θεέ μου, να σε ρωτήσω κάτι και εγώ. Πότε θα γίνει η Ελλάδα η ισχυρότερη χώρα του κόσμου;"
Αρχίζει τα κλάματα ο Θεός.
- "Μα, Ύψιστε, γιατί κλαίτε;"
- "Μέχρι τότε... θα έχω πεθάνει και εγώ!"
______________________________________________________________
Ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας έχουν πάει κάμπινγκ.
Βγαίνει το βράδυ ο Κωστίκας από την σκηνή για να κατουρήσει και τον κάνουν κόσκινο τα κουνούπια.
Μπαίνει στην σκηνή τρέχοντας, και λέει στον Κωστίκα:
- Αύριο, να πάμε να μείνουμε στην παραλία που δεν θα έχει τόσα κουνούπια.
Το άλλο βράδυ έχουν κατασκηνώσει στην παραλία.
Βγαίνει ο Κωστίκας για κατούρημα, βλέπει ένα σμήνος πυγολαμπίδες, και μπαίνει τρομαγμένος αμέσως πάλι μέσα!
- Γιωρίκα, Γιωρίκα, πάμε να φύγουμε γρήγορα. Ήρθανε τα κουνούπια με φαναράκια και μας ψάχνουνε!

______________________________________________________________

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

ΑΣ ΔΙΑΒΑΣΟΥΜΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ.Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ!!!!!

Μια φορά κι έναν πολύ μακρινό καιρό ήταν δύο λύκοι... Ο ένας ταξίδευε την μέρα κι ο άλλος την νύχτα. Συναντούσαν ο ένας τον άλλο μόνο στην αλλαγή της μέρας, την στιγμή που το φεγγάρι και ο ήλιος για λίγα λεπτά συνυπάρχουν στα δύο άκρα. Τότε ο καθένας έλεγε τις ιστορίες από το ταξίδι του μέχρι την αλλαγή. Για αρκετά χρόνια αυτή ήταν η ζωή τους. Μπορεί να έδειχνε κουραστική και δίχως εκπλήξεις, όμως την χαιρόντουσαν γιατί λάτρευαν τους ρόλους τους. Ένιωθαν πως κάτι σημαντικό έκαναν στην ζωή και στην φύση. Πολλές φορές κόντεψαν να πειστούν ότι οι ίδιοι ήταν ο Ήλιος και το Φεγγάρι. Ο ένας λάτρευε τον Ήλιο και ο άλλος το Φεγγάρι. Τα λάτρευαν τόσο πολύ που καθώς περπατούσαν το βλέμμα τους ταξίδευε στο φώς τους. Ήταν η καρδιά τους, η ψυχή τους. Τώρα γινόταν και η υπόσταση τους. Ο κάθε λύκος όμως γνώριζε μόνο για τη δική του φωτεινή σφαίρα. Ο λύκος της μέρας δεν γνώριζε το φεγγάρι, κι ο λύκος της νύχτας δεν γνώριζε τον ήλιο. Η λύκος της νύχτας δεν έδειξε ποτέ ενδιαφέρον για την ζωή της μέρας και για τον φωτεινό ήλιο. Ο λύκος της μέρας όμως... ένιωθε μια μικρή πληγή να μεγάλώνει κάθε φορά που άκουγε τον νυχτόλυκο να του μιλάει για την ομορφιά του Φεγγαριού, για το απαλό ασημόφως και το γαλήνιο τραγούδι της νύχτας με τα λαμπερά στολίδια του ουρανού να το συνοδεύουν. Ο λύκος της μέρας, βλέπετε, δεν μπορούσε ποτέ να δει τον ήλιο κατάματα γιατί έκαιγε τα μάτια του και ήταν πολλές φορές τόσο δυνατός στο φώς του που δεν έβλεπε καθαρά τους τόπους που ανάμεσα τους ταξίδευε. Ο καιρός περνούσε και ο λύκος της μέρας έδειχνε σημάδια κούρασης και λύπης. Το βήμα του γινόταν αργό και η αναπνοή του πιο βαριά. Η επιθυμία του είχε μεταμορφωθεί σε βάρος στην καρδιά του. Ο λύκος της μέρας πέθαινε καθώς ο χρόνος της μέρας κινούνταν πιο γρήγορα από της νύχτας. Ο νυχτόλυκος το πρόσεχε αυτό σε κάθε τους συνάντηση, πλέον. Έτσι πήρε την απόφαση να ρωτήσει τα Στοιχειά της Νύχτας αν θα μπορούσε να πάρει την θέση του φίλου του ώστε να τον σώσει ή να γιατρέψει για λίγο την επιθυμία του και να δει επιτέλους το φως του Φεγγαριού. Εκείνα αρνήθηκαν, λέγοντας του πως είναι αδύνατο αυτό. Θα άλλαζε ολόκληρη η ζωή του κόσμου. Ήταν απαγορευμένο από την ίδια την Φύση, του είπαν... Ο νυχτόλυκος λυπημένος από την απάντηση που πήρε, προσπάθησε να συνεχίσει το ταξίδι του δίχως τις σκέψεις να το βασανίζουν. Σε μια αλλαγή, ακόμη, της μέρας ο λύκος της νύχτας ερχόταν για να αντικαταστήσει τον λύκο της μέρας. Τον είδε κουρασμένο, με τα πόδια τρεμάμενα και το βλέμμα ζαρωμένο και χαμηλωμένο. Τότε πήρε την απόφαση που θα άλλαζε τον κόσμο ολόκληρο. Παρακάλεσε τον φίλο του να παλέψει τον ύπνο που ερχόταν να τον πάρει, έτσι ώστε να καταφέρει να σταθεί στα πόδια του ξύπνιος και να περπατήσει μαζι του στην νύχτα. Να γνωρίσει όλα εκείνα που η μέρα δεν του πρόσφερε ποτέ. Και τα κατάφεραν. Τρέξανε μαζί μέσα στο ασημόφως του Φεγγαριού, κυλιστήκανε σαν κουταβια στο χορτάρι και πλατσουρίσανε μέσα στην λίμνη που αντανακλούσε το φώς του φεγγαριού. Τραγουδήσανε μαζί υπό τον ήχο της μουσικής της νύχτας με τα αστέρια να τους συνοδεύουν και ονειρευτήκανε με μάτια ορθάνοιχτα που παρακολουθούσαν το Φεγγάρι... Κάπου εκεί ο λύκος της μέρας κοιμήθηκε νιώθωντας ξανά νέος και γεμάτος ευτυχία για την επιθυμία και το όνειρο που επιτέλους ζούσε. Τα Στοιχειά της Νύχτας έκαναν την εμφάνηση τους στον νυχτόλυκο και τον κατηγόρησαν... Τώρα, του είπαν, πως ο λύκος της μέρας στην μέρα δεν θα μπορέσει να ξαναεπιστρέψει. Γιατί αν επιστρέψει, το πρώτο φως θα τον τυφλώσει και το ταξίδι του θα τον φέρει στο τέλος της πορείας της ζωής του. Τα είπαν αυτά κι έφυγαν... Κι άφησαν τον νυχτόλυκο προβληματισμένο... Είχε ζήσει πολλά χρόνια μέσα στην νύχτα κι ότι είχε να δει το είδε. Ότι είχε να ζήσει και να χαρεί το έζησε και το χάρηκε. Κοίταξε τον καλό του φίλο και σκέφτηκε πως η επιστροφή του στην μέρα θα τον σκότωνε. Σκέφτηκε επίσης πως μια νύχτα μόνο δεν θα έφτανε ποτέ για να γνωρίσει όλα όσα κρύβει το φώς του Φεγγαριού... Τον κοίταξε καλά... Μετά κοίταξε το φεγγάρι καθώς πλησίαζε στην άκρη του για να δώσει την θέση του στον ήλιο... Του αλύχτησε δυνατά σαν να ήταν η τελευταία φορά. Πήρε μυρωδιές δυνατές από όλο τον νυχτόκοσμο κι από τον ίδιο του τον φίλο... Ο λύκος της νύχτας άφησε τον φίλο του να συνεχίσει τον ύπνο του και πάλεψε τον δικό του ύπνο. Πάλεψε δυνατά για να αντέξει στα βήματα της μέρας που δεν γνώρισε ποτέ μέχρι τότε. Στο πρώτο δυνατό φώς, ο λύκος της νύχτας έχασε το φώς του και ένιωσε το σώμα του να γεμίζει από πόνο και κούραση. Δεν άργησε η στιγμή που το σκοτάδι τον οδήγησε στον χαμό του. Ο λύκος της μέρας ξύπνησε όταν η νύχτα έπεσε ξανά.. Πλέον ήταν ένας νυχτόλυκος. Τα Στοιχειά ήρθαν αμέσως και του είπαν την θυσία του φίλου του για εκείνον και ρίγησαν... Όπως ρίγησε και η καρδιά του νέου νυχτόλυκου... Από τότε, η νύχτα για εκείνον δεν ξανάγινε χαρούμενη και το τραγούδι της ποτέ δεν έφερνε ειρήνη στην ψυχή του. Αλυχτούσε με πόνο στο φεγγάρι στέλνοντας μηνύματα στον φίλο του που πίστευε πως βρισκόταν κάπου εκεί κοντά... στην αγκαλιά του φεγγαριού. Αυτή ήταν πλέον η ζωή του... Μέσα στην νύχτα μόνος ταξίδευε, μόνος τραγούδια θλίψης αλυχτούσε... κι ένα κλάμα μέσα από την ψυχή του σαν βρόγχος μαζευόταν... Τότε δημιουργήθηκε το Ουρλιαχτό... Όλα είχα πλέον αλλάξει... Η Μέρα δεν ήταν ανεκτή ποτέ ξανά και για κανέναν λύκο. Το φώς του Ήλιου έκαιγε τα μάτια τους αν και οι ίδιοι μερικές φορές αναγκάζονταν να το ανεχτούν να τους λούζει με χαμηλωμένο βλέμμα. Η Νύχτα ήταν πλέον ένα κουβάρι που έσφυγγε την ψυχή τους. Τους απελευθέρωνε τις λύπες και τις θλίψεις... Τους έκανε πιο μοναχικούς από ποτέ... Το μόνο που κατάφερνε να τους ημερέψει ήταν το Φεγγάρι, όταν έκλεβε τις ματιές τους για να τους δείξει τα πρόσωπα δύο λύκων.. Της Μέρας και της Νύχτας... που η φιλία τους δημιούργησε ένα δικό τους Μερονύχτι που κανένας θνητός, θεός ή στοιχειό... δεν είχε την δύναμη ή την θέληση να σπάσει...


Το παραμύθι αυτο ανήκει στον Θεόδωρο Κ. Δημακόπουλο

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

ΑΣ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΝ ΟΙ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ ΤΟΥ 2011 ΜΕ ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΛΑΙΝΕ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ!!!!!!!!!ΚΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ.





Το παντρεμένο ζευγάρι ταξιδεύει στην εθνική οδό με 80χλμ/ώρα. Καθώς οδηγεί ο σύζυγος, γυρίζει η σύζυγος και του λέει:
- Γλυκέ μου, είμαστε παντρεμένοι 10 χρόνια αλλά θέλω διαζύγιο.
Ο σύζυγος δε λέει τίποτα παρά αυξάνει την ταχύτητα του αυτοκινήτου σε 100χλμ/ώρα. Αυτή συνεχίζει λέγοντας:
- Δε θέλω να αρνηθείς, γιατί τα έχω με τον καλύτερο σου φίλο, και είναι πολύ καλύτερος εραστής από εσένα.
Ο σύζυγος παραμένει αμίλητος αλλά αυξάνει την ταχύτητα σε 120χλμ/ώρα.
- Θέλω το σπίτι, συνεχίζει αυτή.
Και η ταχύτητα αυξάνει στα 140χλμ/ώρα.
- Θέλω και τα παιδιά και όλες τις πιστωτικές κάρτες και τους κοινούς λογαριασμούς μας των τραπεζών. Η ταχύτητα του αυτοκινήτου έχει φτάσει στα 200χλμ/ώρα...
- Εσύ τι θα κρατήσεις;
Και ο σύζυγος κατευθυνόμενος πλέον με ταχύτητα 220χλμ/ώρα, στα ακρόμπαρα του δρόμου, της απαντά:
- Έχω ότι ακριβώς χρειάζομαι.
- Τι;
- Τον αερόσακο!
_____________________________________________________________________________
Ένας σύζυγος πηγαίνει στο σιδηροδρομικό σταθμό για να υποδεχτεί τη γυναίκα του που γυρίζει από ταξίδι.
- Δεν σε βλέπω ενθουσιασμένο, του λέει η σύζυγος. Για κοίτα εκείνο το ζευγάρι δεξιά μας. Ο άντρας φιλάει τη γυναίκα του για τρίτη φορά.
- Ναι, ....αλλά αυτή πρόκειται να ταξιδέψει...
_____________________________________________________________________________
Όταν έφτασε στο γήπεδο είχε σχεδόν τελειώσει το πρώτο ημίχρονο. Ρωτάει ο φίλος του
- Γιατί ήρθες τόσο καθυστερημένος;
- Έριξα κορώνα-γράμματα για να αποφασίσω αν θα έρθω ή αν θα μείνω στο σπίτι να βοηθήσω τη γυναίκα μου στις δουλειές, απαντάει.
- Καλά και σου πήρε τόση ώρα;
- Έριξα είκοσι φορές.
_____________________________________________________________________________
Αυτός γυρίζει τρεκλίζοντας, τρεις η ώρα χαράματα. Μπαίνοντας στο υπνοδωμάτιο βλέπει τη γυναίκα του στο κρεβάτι με έναν τύπο. Αυτή (πετάγεται σαν ελατήριο):
- Πού γύριζες, τέτοια ώρα;
Αυτός:
- Ποιος είναι αυτός, ρε, και τι δουλειά έχει στο κρεβάτι μαζί σου;
Αυτή:
- Μην πας να αλλάξεις το θέμα! Πού γύριζες τέτοια ώρα;
_____________________________________________________________________________
Το παντρεμένο ζεύγος κάθεται στην παράλια. Περνάει ένας τύπος με ένα μικροσκοπικό μαγιό. Γυρίζει ο άνδρας και λέει στην γυναίκα του:
- Τι λες; Να φορέσω κι εγώ ένα τέτοιο;
- Όχι, απαντάει αυτή.
- Και γιατί όχι; ρωτάει πειραγμένος ο άνδρας. Δεν έχω τίποτα να κρύψω!
Και η σύζυγος:
- Αυτό είναι το πρόβλημα!
_____________________________________________________________________________
Ένας καλλιτέχνης, ένας δικηγόρος κι ένας προγραμματιστής συζητούν για τη μοιχεία.
Λέει ο καλλιτέχνης: Θα μπορούσε κανείς να συγκρίνει το πάθος, τα ρίγη, τη μέθη που προκαλεί ο φόβος να σε ανακαλύψουν; Είναι μια εμπειρία που δεν την αλλάζω με τίποτα!
Λέει ο δικηγόρος: Εγώ νομίζω ότι κάνει τη ζωή δύσκολη. Τις περισσότερες φορές η μοιχεία οδηγεί στο διαζύγιο και μάλιστα εις βάρος σου πράγμα που μπορεί να σε οδηγήσει ως τη χρεοκοπία. Μόνο προβλήματα μπορεί να προκαλέσει.
Λέει κι ο προγραμματιστής: Είναι το ωραιότερο πράγμα που μου συνέβη. Η γυναίκα μου νομίζει ότι είμαι με την ερωμένη μου, η ερωμένη μου νομίζει πως είμαι με τη γυναίκα μου κι έτσι μπορώ να ασχολούμαι όλη τη νύχτα με το κομπιούτερ.
_____________________________________________________________________________
- Μαμά,ρωτάει ο Μπόμπο,η καρδια έχει ποδαράκια??
- Οχι αγόρι μου γιατί;
- Γιατί άκουγα χτες βράδυ το μπαμπά να λέει στην υπηρέτριά μας, καρδούλα μου άνοιξε τα ποδαράκια σου!!!!!
_____________________________________________________________________________
Η εκρηκτική ξανθιά πλησιάζει στο μπαρ και φωνάζει στον γέρο νέγρο μπάρμαν που βρίσκεται στην άλλη άκρη του μπαρ:
- Αγάπη, έλα εδώ.
Κόκκαλο ο μπάρμαν δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που ακούει μιας και είναι κακάσχημος.Κοιτάει γύρω-γύρω μήπως η ξανθιά μιλάει σε κανέναν άλλο. Αυτή όμως επιμένει:
- Αγάπη έλα εδώ σου λέω... και του κάνει και νόημα με το χέρι.
Πλησιάζει δειλά-δειλά προς το μέρος της και ρωτάει επιφυλακτικά.
- Σε μένα μιλάτε;
- Σε σένα μιλάω αγάπη. Φέγε μου γήγογα μια μπίγα και ένα ποτήγι νεγό!!!
_____________________________________________________________________________
Επισκέφτηκε έναν καταυλισμό αθίγγανων ο πρωθυπουργός και αφού άκουσε τα παράπονα τους υποσχέθηκε ότι όσοι έχουν δέκα παιδία και πάνω θα τους δώσει από ένα σπίτι. Πάει ο αθίγγανος στο σπίτι:
- Γυναίκα γρήγορα μέτρα τα παιντιά!..
Φωνάζουν τα παιδιά τα μετρούν, 9 τα "παιντιά"...
- Ρε γυναίκα θα χάσουμε το σπίτι τι κάνουμε τώρα;
Σκέφτονται σκέφτονται... πετάγεται ο γύφτος:
- Ρε γυναίκα, ξέρεις όταν ήμουν νέος είχα κάνει ένα παιντί με μια άλλη, να πάω να το πάρω; Για το σπίτι βλέπεις. Πηγαίνει στην άλλη άκρη του καταυλισμού, το παίρνει και γυρνάει στο σπίτι.
- Γυναίκα φέρε τα παιντιά να τα μετρήσουμε.
Τα μετρούν 6 τα "παιντιά"...
- Τι έγιναν τα άλλα τα παιντιά γυναίκα;
Και η γυναίκα ψύχραιμη:
- Ήρθαν οι άλλοι και τα πήραν.
_____________________________________________________________________________
Ένα κρητικός πάει για Αθήνα. Τον συμβουλεύουν να μην λέει συνέχεια τσι αντί για το κάπα γιατί θα τον παίρνανε στο ψηλό. Όταν λοιπόν φτάνει στον Πειραιά, πηγαίνει σε ένα περίπτερο και ζητάει:
- Δώσε μου μία σασάρα.
- Τι είναι αυτό;
- Σασάρα, αυτό που χτενιζόμαστε.
- Α, θαθάρα θέλειθ, λέει ο περιπτεράς που ήταν ψευδός.
Και ο κρητικός χαρούμενος:
- Γεια σου μωρέ σύντεκνε.
_____________________________________________________________________________
Ένα ζευγάρι Κρητικών επιστρέφει από ένα γάμο με το μωρό παιδί τους. Τους σταματά ένα περιπολικό για αλκοτέστ. Ο άντρας αφού κάνει το αλκοτέστ βρίσκεται κατά πολύ πάνω από το όριο. Ο τροχονόμος είναι έτοιμος να του κόψει το πρόστιμο αλλά εκείνος του λέει.
- Δεν είμαι εγώ μεθυσμένος απλά το μηχάνημα είναι χαλασμένο. Αν δε με πιστεύεις κάνε και αλκοτέστ στη γυναίκα μου.
Η σύζυγος βρίσκεται και αυτή με τη σειρά της πολύ πάνω από το όριο. Ο τροχονόμος απαντά στον Κρητικό:
- Δεν είναι τα μηχανήματα μας χαλασμένα κύριε απλά και η γυναίκα σας έχει πιει.
- Όχι , όχι τα μηχανήματά σας είναι χαλασμένα και αν δε με πιστεύετε να κάνετε αλκοτέστ και στο μωρό.
Ο τροχονόμος κάνει αλκοτέστ και στο μωρό το οποίο βρίσκεται πάνω από το όριο. Ο τροχονόμος έντρομος ζητά συγγνώμη.
- Συγγνώμη κύριε, τελικά έχετε δίκιο το μηχάνημα είναι όντως χαλασμένο.
Ο τροχονόμος φεύγει και η οικογένεια συνεχίζει το δρόμο της. Σε μια στιγμή ο άντρας γυρνά στη γυναίκα του και λέει:
- Κατάλαβες τώρα γιατί σου έλεγα να βάζεις ρακή στο γάλα του μωρού;
_____________________________________________________________________________
Τα αδέρφια Αντώνης και Γιώργος πάνε στην παραλία για μπάνιο. Αρχίζουν και παίζουν με την μπάλα. Ξαφνικά ξεφεύγει η μπάλα και πέφτει στο κεφάλι μιας αγγλίδας. Πάει ο Αντώνης να την πιάσει...
Αγγλίδα: - Oh! Is it yours;
Αντώνης: - Ποιος Γιωρς μωρέ, η Αντώνς είμαι!
_____________________________________________________________________________
Πάει ένας χωριάτης στη Αθήνα για ψώνια. Τελειώνει τα ψώνια και πάει να φύγει για το χωριό. Θυμάται όμως ότι ξέχασε να πάρει κολώνια. Πάει στον Χόντο στο τμήμα με τις κολώνιες.
- Θέλω μία κολώνια αντρική.
- Ορίστε, λέει η κοπέλα. Κολώνια BOSS for men.
- Τι φορμέν, χριστιανήμ'! Καινούργια την θέλω, δεν την θέλω φορμέν...
_____________________________________________________________________________
Στο δικαστήριο:
Γυναίκα: Δεν αντέχω άλλο κύριε πρόεδρε, θέλω διαζύγιο. Κάθε μέρα με κάνει τόπι στο ξύλο, από το πρωί ως το βράδυ με δέρνει, δεν αντέχω άλλο.
Πρόεδρος: Κατηγορούμενε τι έχεις να πεις για όλα αυτά;
Κατηγορούμενος: Μην την ακούτε κύριε πρόεδρε, από το πολύ ξύλο δεν ξέρει τι λέει.
_____________________________________________________________________________
Κάποιος πεθαίνει και πάει στην κόλαση. Καθώς προχωράει περνάει δίπλα από έναν λάκκο με σκατά που πνίγονται κάποιοι κολασμένοι.
- Τι είναι εδώ; ρωτάει.
- Είναι η αγγλική κόλαση, απαντάει ο διάβολος που τον συνοδεύει.
Παρακάτω βλέπουν άλλον λάκκο με σκατά που έχει τους ανθρώπους με το κεφάλι προς τα κάτω.
- Είναι η γερμανική κόλαση, εξηγεί ο διάβολος.
Τέλος φτάνουν στην ελληνική, ο διάβολος τον αφήνει και φεύγει. Κοιτάζει εκείνος και βλέπει έναν άδειο λάκκο όπου άλλοι τρώγανε, άλλοι παίζανε τάβλι και άλλοι συζητούσαν.
- Καλά τα σκατά που είναι; ρωτάει απορημένος έναν που είναι ξαπλωμένος εκεί κοντά.
-Τι περιμένεις ρε φίλε, απαντάει εκείνος. Ελληνικό δημόσιο! Μια έχει να στείλει σκατά, μια δεν έχει.
_____________________________________________________________________________
Κάποιος δοκιμάζει το καινούριο του αυτοκίνητο με έναν φίλο του στην εθνική οδό.
- Κοίτα πάμε με 100.
- Κοίτα πάμε με 150.
- Κοίτα πάμε με 200.
- Στοπ! Φτάσατε! απαντάει ο Άγιος Πέτρος.

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ!!!


Το παραμύθι μιας αγάπης
Μια φορά κι ένα καιρό εκεί σε κείνη την μεγάλη σκοτεινή σπηλιά στην κορυφή του πιο ψηλού βράχου ζούσε έρημο και μόνο ένα τόσο δα μικρό κεράκι. Ένα κεράκι σβηστό που μέτραγε τις μέρες της ύπαρξης του μέσα από τα δάκρυά του.
«Μα τι κάνω εγώ εδώ μόνο μου» αναρωτιόταν. Έτσι σβηστό που είμαι, πόσο πολύ κρυώνω πόσο πολύ φοβάμαι και πόσο άχρηστο νοιώθω. Μια σκοτεινή κουκιδίτσα μέσα σε τούτη την σπηλιά».
Και οι μέρες πέρναγαν, και το κεράκι κολύμπαγε μέσα στην μικρή λιμνούλα που είχε φτιάξει με τα δάκρυά του. Και οι μέρες πέρναγαν και το κεράκι μετρούσε τις μέρες της ανούσιας σκοτεινής ζωής του.
Μια μέρα, άνεμος δυνατός φύσηξε έξω από την σπηλιά που στο πέρασμά του παράσερνε ότι μικρό και αδύναμο υπήρχε. Φτεράκια από πουλιά που είχαν την φωλιά τους στην βάση του βράχου… ξερά φύλλα και κλαδιά… σπόρους από λουλούδια εξωτικά, και… ένα σπίρτο… ένα τόσο δα μικρό σπίρτο ψηλόλιγνο και γυαλιστερό με κόκκινο αστραφτερό καπέλο στο μικρό του κεφαλάκι. Με το δεύτερο φούυυυυυυυ του άνεμου το σπίρτο απογειώθηκε και με δύναμη παρασύρθηκε μέσα στην σκοτεινή σπηλιά. Έπεσε με δύναμη κάτω στο τραχύ έδαφος και… ωχ!!!!!
«Μα που βρίσκομαι» είπε με την τσιριχτή φωνούλα του.
Στην αρχή δυσκολεύτηκε στο σκοτάδι αλλά σαν σπίρτο που ήταν έστω και σβηστό, σύντομα συνήθισε να βλέπει ακόμα και μέσα στο σκοτάδι.
«Αμάν»! είπε… «Τι είσαι εσύ»;;;;;;;
«Δεν με βλέπεις» είπε το κεράκι με την παραπονιάρικη φωνούλα του.
Και να που ακόμα και τα αταίριαστα μπορούν να ταιριάξουν… εκεί μέσα στην ερημιά, την υγρασία και το σκοτάδι της σπηλιάς το κεράκι και το σπίρτο ένωσαν την μοναξιά τους και το κοινό τους πρόβλημα…
Ήταν και τα δύο σβηστά, έρημα, μόνα και παραμελημένα μέσα σε τούτη την σκοτεινή άψυχη σπηλιά. Το σπίρτο τέντωνε το λυγερό κορμάκι του και ακουμπούσε πάνω στο κεράκι, και το κεράκι έκανε νάζια και καμώματα και έπαψε πια να κλαίει. Η λίμνη από τα δάκρυά του στέγνωσε, και τώρα οι ελπίδες να φτάσουν στο όνειρο όλο και μεγάλωναν. Μια μικρή φλογίτσα που θα τα φωτίσει και τα δυό θα τα ζεστάνει και θα τα αφήσει να κοιταχτούν στα μάτια.
«Μα, θέλω να δω τα μάτια σου είπε το σπίρτο στο κεράκι»
«Μα θέλω να νοιώσω την ζεστασιά σου είπε το κεράκι στο σπίρτο»
Και τότε τρόμαξαν…
«Αν ανάψω καλή μου θα καώ» είπε το σπίρτο… «και καλά να καεί μόνο το κόκκινο σκουφί μου… θα είμαι ένα ακόμα άσχημο μισοκαμμένο σπίρτο… Μα αν καώ εντελώς… Τι θα απογίνω;;; Θα προλάβω τουλάχιστον να δω τα μάτια σου»;;;;
Και μέρα με την μέρα το κεράκι και το σπίρτο αγαπιόντουσαν όλο και πιο πολύ, και μέρα με την μέρα η αγάπη τους δυνάμωνε και μέσα στην σκοτεινή σπηλιά λουλούδια φύτρωσαν… γιατί η αγάπη είναι ένα λουλούδι που όπου γεννιέται δίνει χρώμα, άρωμα και ομορφιά.
Και οι μέρες πέρναγαν και το κεράκι και το σπίρτο σφιχταγκαλιασμένα περίμεναν καρτερικά την συνέχεια του έρωτά τους.
Καλοκαίριασε… έξω από την σπηλιά η ζέστη ήταν αφόρητη… Το δάσος γύρω από τον βράχο συχνά γέμιζε από γέλια τραγούδια και φωνές μικρών και μεγάλων. Το κεράκι και το σπίρτο αγκαλιάζονταν τρομαγμένα και περίμεναν όλο περίμεναν και αγαπιόντουσαν κάθε μέρα και πιο πολύ και ας μην είχε δει τα μάτια του σπίρτου το κεράκι και ας μην είχε νοιώσει την ζεστασιά του κεριού το σπίρτο. Ο έρωτάς τους, μια μικρή τραγωδία σαν όλους τους ανικανοποίητους έρωτες που γεννιούνται και μένουν πάντα στο όνειρο…
Ώσπου μια μέρα… μια παρέα εκδρομείς… Έτσι τους έλεγαν όλους αυτούς τους εισβολείς του δάσους… Πήραν τα γέλια τους τα τραγούδια τους και τις φωνές τους μακριά αλλά… άφησαν μια μικρή σπίθα… μια τόσο δα μικρή σπίθα φωτιάς να σιγοκαίει, εκεί κάτω από τα ξερά κλαδιά που είχαν ανάψει για να μαγειρέψουν.
«Συμφορά»… Φώναζαν πουλιά και ζώα που πέρναγαν τρομαγμένα τρέχοντας έξω από την σπηλιά…
«Συμφορά… φωτιά!!!!! φωτιά, θα καούμε!!!!!!!»
«Ακούς»;;;; είπε το σπίρτο στο κεράκι…
«Ακούς;;;;;; θα καούμε» είπαν και τα δυο με μια φωνή γεμάτη έρωτα.
«Δεν φοβάμαι να καώ απ’ αγάπη» είπε το σπίρτο στο κερί…
«Δεν φοβάμαι να λιώσω απ’ αγάπη» είπε το κερί στο σπίρτο…
Ένα κερί και ένα σπίρτο τρελά από έρωτα τραγούδαγαν την φλόγα που ερχόταν… Έλα της έλεγαν… Έλα σε περιμένουμε…

«Θα μ’ αγαπάς σαν καώ και ασχημίνω χωρίς το κόκκινο σκουφί μου»;;;; είπε το σπίρτο στο κερί.
«Θα μ’ αγαπάς σαν λιώσω και χάσω το σχήμα μου»;;;; είπε το κεράκι στο σπίρτο.
Και η φλόγα ερχόταν όλο και πιο κοντά… Και η φλόγα έφτασε στο κατώφλι της σπηλιάς και δίσταζε να μπει μέσα μην και χαλάσει την ομορφιά που διαισθάνθηκε… Έλα της φώναζαν και τα δυο με μία φωνή…
Και η φλόγα έστειλε μέσα στην σπηλιά την πιο μικρή της κόρη… Μια σπίθα τόση δα που μπήκε τσαχπίνικα και ναζιάρικα από την είσοδο της σπηλιάς.
Φφφσσσσσσσσσσσττττττττττττττ!!!!!!!!!!!!!!!!
Το σπίρτο τέντωσε τα λυγερό κορμάκι του για να καλωσορίσει την σπίθα… Το κόκκινο σκουφί του τυλίχτηκε στις φλόγες…

«Αγάπη μου» είπε στο κεράκι… καίγομαι για σένα… «Αγάπη μου να δω τα μάτια σου και ας καώ». Το γυαλιστερό κόκκινο σκουφί ακούμπησε πάνω στο φιτίλι καθώς έσκυψε για να δει καλύτερα…
«Αγάπη μου» είπε το κεράκι στο σπίρτο… «Άσε με να νοιώσω την ζεστασιά σου και ας λιώσω»…
Το σπίρτο και το κεράκι κάηκαν μαζί… Μια μάζα ενωμένη στον χρόνο και στον χώρο αιώνια… Το κεράκι και το σπίρτο που έλιωσαν απ’ αγάπη και έφτασαν στο δικό τους όνειρο…
Αν φτάσετε ποτέ στην σπηλιά τους και τα βρείτε, μην τα ενοχλήσετε μήτε να τα χωρίσετε… Ακουμπήστε ένα λουλούδι στα ποδαράκια τους από εκείνα τα λουλουδάκια που φυτρώνουν στην σπηλιά που δεν είναι πια ούτε σκοτεινή ούτε παγωμένη.< Ένα μαγικό φως τρεμοπαίζει και δίνει χρώμα και ζωή στους άψυχους τοίχους… και μια ζεστασιά απ’ αυτή που αφήνει η αγάπη και τα κάνει όλα εκεί να μοιάζουν μαγικά, τόσο μαγικά όσο μαγική είναι και η αγάπη… Και έζησαν αυτά καλά και εμείς θα ζήσουμε καλύτερα με αγάπη στις καρδιές μας.

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

ΣΗΜΕΡΑ ΓΙΟΡΤΑΖΩ ΚΑΙ ΣΑΣ ΚΕΡΝΑΩ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΛΕΣ ΜΕ Φιλία και πολλα γλυκα!!!!!!!!!!!!!!!!



.... Χρόνια πολλά, γιατί η ποσότητα μετράει!
Χρόνια καλά, γιατί η ποιότητα μετράει!
Χρόνια τρελά, γιατί αυτά μένουν!






Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βαφτίσαμε.

Γεια σου, Γιάννη. Κουκιά σπέρνω.

Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει.

Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι.

Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι.

Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.

Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί.

Σαράντα πέντε Γιάννηδες, ενός κοκόρου γνώση.

Τα καλά του Γιάννη θέλουν, μα τον Γιάννη δεν τον θέλουν.

Σπίτι χωρις Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.

Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα.


ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ (ΒΙΟΣ)

Ο άγιος προφήτης, πρόδρομος και βαπτιστής Ιωάννης, αποτελεί ορόσημο και ταυτόχρονα γέφυρα μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Προπορεύθηκε του Ιησού Χριστού και με την διδασκαλία του προετοίμασε τον κόσμο να Τον υποδεχθεί. Θεωρείται ως ο μεγαλύτερος των προφητών, όχι ως προς την ηλικία, αφού έζησε μόνο τριάντα χρόνια, αλλά ως προς την χάρη και την δόξα. Ο ίδιος ο Χριστός ανέφερε ότι κανένας άνθρωπος δεν στάθηκε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη.
Ο Ιωάννης ήταν γιος του ιερέα Ζαχαρία και της ενάρετης Ελισάβετ, η οποία ήταν στείρα. Ο Θεός λυπήθηκε την ατεκνία τους και τους έστειλε το δώρο του (Ιωάννης = Δώρο Θεού). Ο αρχάγγελος Γαβριήλ μήνυσε στον Ζαχαρία ότι η γυναίκα του θα γεννήσει αγόρι και να του δώσει το όνομα Ιωάννης. Στην αρχή ο Ζαχαρίας δεν πίστεψε στα λόγια του Γαβριήλ και γι’ αυτό τιμωρήθηκε να μείνει μουγκός έως την ημέρα που θα βαπτιζόταν το παιδί που θα έφερνε στον κόσμο η Ελισάβετ. Έτσι και έγινε. Οκτώ ημέρες μετά την γέννηση του μωρού, όταν ζητήθηκε από τον πατέρα να φανερώσει το όνομα του παιδιού, εκείνος έγραψε σε μια πινακίδα το όνομα «Ιωάννης» και αμέσως επανήλθε η ομιλία του.
Μέχρι τα τριάντα του χρόνια ο Ιωάννης ζει ασκητική ζωή στην έρημο της Ιουδαίας και την έχει αφιερώσει ολοκληρωτικά στην προσευχή. Τρεφόταν με ακρίδες (τις τρυφερές άκρες των φυτών) και άγριο μέλι. Όσο μεγάλωνε, μεγάλωνε και η χάρη του. Όταν μεταφέρθηκε στις όχθες του Ιορδάνη Ποταμού άρχισε να κηρύττει την έλευση του Σωτήρα.
Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα μετάνοιας.
«Μετανοείτε· Ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών», φώναζε, ενώ βάπτιζε πολλούς από αυτούς που έρχονταν να τον ακούσουν. Εκεί τον συνάντησε και ο Χριστός και του ζήτησε να τον βαπτίσει. Εκείνος αρνήθηκε, όμως ο Χριστός επέμενε, και έτσι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος βάπτισε τον Ιησού Χριστό στα νερά του Ιορδάνη Ποταμού.
Τα τίμια λόγια του Προδρόμου ενοχλούσαν τις διεφθαρμένες συνειδήσεις των Φαρισαίων και του βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος και τον φυλάκισε. Σε κάποια γιορτή των γενεθλίων του, ο Ηρώδης ζήτησε από την Σαλώμη να του χορέψει και της υποσχέθηκε με όρκο να της δώσει ό,τι του ζητήσει. Η Ηρωδιάς, η μητέρα της, που φθονούσε τον Ιωάννη, είπε στην κόρη της να ζητήσει το κεφάλι του προφήτου μέσα σ’ ένα πιάτο. Με το μαρτυρικό αυτό τέλος, ο προφήτης και πρόδρομος Ιωάννης προπορεύτηκε στον Άδη, για να κηρύξει την έλευσή του Ιησού Χριστού στους απ’ αιώνος θανόντας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο αναφέροντας το όνομά του μετά την Παναγία στις προσευχές και στις δεήσεις.



Στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο είναι αφιερωμένες έξι ημέρες του χρόνου:
  • 7 Ιανουαρίου (γιορτή προς τιμήν του)
  • 24 Φεβρουαρίου (1η & 2η εύρεση της Τίμιας Κεφαλής του)
  • 25 Μαϊου (3η εύρεση της Τίμιας Κεφαλής του)
  • 24 Ιουνίου (η γέννησή του)
  • 29 Αυγούστου (αποτομή της Τίμιας Κεφαλής του), και
  • 23 Σεπτεμβρίου (η εκ πνεύματος αγίου σύλληψή του).
  • (Απο την ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ)